Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

Η ποικιλομορφία των προπονητών αντανακλά τη παγκοσμιοποίηση του Γερμανικού ποδοσφαίρου

Του Δημήτρη Βαρσάνη

Δεκαοκτώ μήνες πριν όταν ο Πεπ Γκουαρντιόλα παρουσιάστηκε ως νέος προπονητής της Μπάγερν Μονάχου οι άνθρωποι που ασχολούνται με τη Bundesliga έψαχναν στην ιστορία της για μη Γερμανούς προπονητές.
Τώρα πρέπει να επιστρέψουμε στο συγκεκριμένο θέμα διότι φαίνεται ότι ο Γκουαρντιόλα δεν καθορίζει τις τάσεις μόνο στο γήπεδο από ενδυματολογικής άποψης. Ακόμη,επηρέασε και τις αποφάσεις που παίρνονται από τους προέδρους για τους προπονητές,καθώς η πρόσληψη ξένων προπονητών ξαφνικά είναι πολύ στη μόδα.
Όταν ο Καταλανός κατευθύνθηκε σε αυτές τις ακτές έγινε ο ένας από τους μόλις τέσσερις μη Γερμανούς προπονητές στο πρωτάθλημα. Οι άλλοι τρεις ήταν ο Φιλανδός Σάμι Χίπια στη Μπάγερ Λεβερκούζεν,ο Ελβετός Λούσιαν Φάαβρ στη Μπορούσια Γκλάντμπαχ και ο Ολλανδός Γιος Λουχουκάι στη Χέρτα Βερολίνου. Ενάμιση χρόνο μετά αυτός ο αριθμός έχει διπλασιαστεί. Τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο μόνο τρεις ξένοι προπονητές αντικατέστησαν Γερμανούς. Ο Ρομπέρτο Ντι Ματέο ανέλαβε στη θέση του Γιενς Κέλερ στη Σάλκε,ο Βίκτορ Σκρίπνικ πήρε τη σκυτάλη από τον Ρόμπιν Ντουτ στη Βέρντερ Βρέμης και ο Χουμπ Στέφενς ήταν ο διάδοχος του Άρμιν Φε στη Στουτγάρδη.



Αυτό το χαττρίκ θέτει και ένα νέο ρεκόρ. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Bundesliga εννέα σύλλογοι - ακριβώς το μισό του πρωταθλήματος - καθοδηγούνται από έναν αλλοδαπό προπονητή,ένα αξιοσημείωτο ποσοστό. Αν το συνδυάσετε με τη Serie A και τη Ligue 1 έχετε 40 ομάδες,αρά 40 θέσεις εργασίας σε σύγκριση με τις 18 της Γερμανίας. Ωστόσο,υπάρχουν μόνο πέντε ξένοι προπονητές που δουλεύουν σήμερα σε αυτές τις δύο χώρες. Ο Ράφα Μπενίτεθ της Νάπολι,ο Ρούντι Γκαρσία της Ρόμα,ο Λεονάρντο Ζαρντίμ της Μονακό,ο Μαρσέλο Μπιέλσα της Μαρσέιγ και ο Μισέλ Ντερ Ζακαριάν της Ναντ.



Η κατάσταση μοιάζει σαφώς διαφορετική στην Ισπανία και στην Αγγλία. Εκεί υπάρχουν σήμερα επτά μη Ισπανοί προπονητές στη Primera Division και δέκα μη Άγγλοι στη Premier League,αν και οι δύο από αυτοί (Ο Πολ Λάμπερτ της Άστον Βίλα και ο Μαρκ Χιουζ της Στόουκ) είναι Βρετανοί. Είναι μόνο μια σύμπτωση ότι τα τρία πιο δημοφιλή τρέχων πρωταθλήματα έχουν το μεγαλύτερο νούμερο ξένων προπονητών; σίγουρα κάποιος του αναστήματος του Γκουαρντιόλα δεν θα πήγαινε ποτέ στη Bundesliga δέκα ή πέντε χρόνια νωρίτερα όμως τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά.



Έτσι,ίσως το γεγονός ότι οι Γερμανικοί σύλλογοι είναι ανταγωνιστικοί στην Ευρωπαϊκή σκηνή ξανά,για να μην αναφέρουμε το πόσο οικονομικά υγιείς είναι να κάνει το πρωτάθλημα τους πιο ελκυστικό για τους ξένους προπονητές. Όπως ήταν στα τέλη του '70 και στις αρχές του '80. Τότε η Bundesliga θα μπορούσε να διεκδικήσει το τίτλο του καλύτερου πρωταθλήματος στην Ευρώπη - τον Απρίλιο του 1980 και οι τέσσερις ημιφιναλίστ του κυπέλλου  UEFA προέρχονταν από τη Γερμανία - και υπήρχαν πολλοί αλλοδαποί τεχνικοί που δραστηριοποιούνταν στη χώρα τους εκείνη την εποχή. Από τον Ολλανδό Ρίνους Μίχελς και τον Αυστριακό Ερνστ Χάπελ μέχρι τους Ούγγρους Γκιούλα Λόραντ και Παλ Τσερνάι και τους Γιουγκοσλάβους Μπράνκο Ζέμπετς,Φαρούντιν Γιουσούφι και Αλεξάνταρ Ρίστιτς.
Όμως 20 χρόνια αργότερα,όταν η χρονιά της Bundesliga ακολούθησε τη δραματική πορεία της Εθνικής Γερμανίας στο Euro του 2000 υπήρχε μόνο ένας ξένος προπονητής που δούλευε στη κορυφαία κατηγορία: ο Χουμπ Στέφενς στη Σάλκε. Σε κάθε περίπτωση αυτό το νέο ρεκόρ δεν αναφέρθηκε ευρέως,δεν οδήγησε σε πρωτοσέλιδα και δεν κατεύθυνε σε κανέναν να παραπονεθεί για τον φθίνοντα αριθμό των αναθρεμμένων τεχνικών στη χώρα τους.



Σε αντίθεση με την Αγγλία όπου ο Ζοσέ Μουρίνιο έδωσε το έναυσμα για μια δημόσια συζήτηση πριν από ένα χρόνο όταν υπογράμμισε ότι δεν βλέπει να έρχονται από πίσω Άγγλοι προπονητές. Στη Γερμανία κανείς δεν ανησυχεί για τέτοια ζητήματα. Ένας λόγος είναι σίγουρα ότι υπάρχουν πολλοί νεαροί Γερμανοί τεχνικοί που προορίζονται για σαφώς μεγαλύτερα πράγματα,όπως ο Μάρκους Βαιντσιέρι της Άουγκσμπουργκ και ο Άντρε Μπρέιτενρέιτερ της Πάντερμπορν.



Έπειτα,υπάρχει το γεγονός ότι η διευθυντική κατάσταση σίγουρα θα ήταν διαφορετική αν ο πιο πολυπόθητος Γερμανός προπονητής από όλους αυτούς,ο Τόμας Τούχελ δεν αποφάσιζε ότι χρειαζόταν ένα διάστημα αποχής από τα γήπεδα. Για αυτό το λόγο και η Μάιντζ τον αντικατέστησε με το Δανό Κάσπερ Χούλμαντ και η Σάλκε έδωσε ξανά δουλειά στον Ντι Ματέο.



Τέλος,ένας αρκετά μεγάλος αριθμός από τους εννέα προπονητές της Bundesliga που τεχνικά είναι ξένοι προέρχονται από Γερμανόφωνες χώρες. Ο Ντι Ματέο αν και Ιταλός γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιταλία. Ο Φάαβρ κατάγεται επίσης από την Ελβετία και ο Πίτερ Στόγκερ της Κολωνίας είναι Αυστριακός. Ακόμη,ένας από αυτούς τους εννέα έχει γεννηθεί και στη Γερμανία. Ο Ταιφούν Κορκούτ του Αννόβερο θεωρείται ένας Τούρκος προπονητής από την επίσημη ιστοσελίδα της Bundesliga,αλλά γεννήθηκε στη Στουτγάρδη και μεγάλωσε στη βαθύτερη Σουηβία. Οπότε πρέπει να λογίζεται πραγματικά ως ξένος;
Μάλιστα ο Κορκούτ είπε στη "Bild" ότι:" Έχω ένα Γερμανικό διαβατήριο,Τούρκους γονείς και Ισπανίδα γυναίκα. Νιώθω σαν ένας Ευρωπαίος πολίτης". Έτσι,ίσως η πρόσφατη εισροή ξένων προπονητών να είναι απλώς ένα αποτέλεσμα της συνεχώς αυξανόμενης παγκοσμιοποίησης του αθλήματος. 
Ένας από τους νέους ανθρώπους σε αυτή τη λίστα,ο Ντι Ματέο μιλάει άπταιστα έξι γλώσσες και έχει δουλέψει στην Ελβετία,στην Ιταλία,στην Αγγλία και τώρα στη Γερμανία. Ακόμη,είναι υπεύθυνος για μια ομάδα που διαθέτει παίκτες από 12 διαφορετικές εθνικότητες. Ίσως η λέξη "ξένος" πλέον απλώς να μην έχει καμία σημασία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου